16 Ιουν 2010

Εμείς είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας

John Holloway

“Φωνές αντίστασης: εναλλακτικές φωνές.” Ποιες είναι οι φωνές μας; Οι
φωνές μας είναι οι φωνές της κρίσης της αφηρημένης εργασίας. Εμείς
είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας. Εμείς είμαστε η δύναμη της
δημιουργικής πράξης.

Εμείς είμαστε η κρίση. Βασικά δεν είμαστε μια θετική δύναμη, αλλά μια
αρνητική δύναμη. Αυτό που μας φέρνει εδώ σήμερα δεν είναι κάτι θετικό,
που έχουμε από κοινού όλοι μαζί, αλλά αυτό που μοιραζόμαστε είναι το
Όχι. Όχι στον καπιταλισμό, όχι σ’ ένα κόσμο βίας κι εκμετάλλευσης, όχι
σε μια μορφή κοινωνικής οργάνωσης, που εντελώς στην κυριολεξία
καταστρέφει την ανθρωπότητα, μ’ οποιαδήποτε έννοια της λέξης. Όχι σ’
έναν κόσμο, στον οποίον ό,τι κάνουμε καθορίζεται από δυνάμεις που δεν
ελέγχουμε. ¡Ya basta! Αλλά αυτό το ¡ya basta!, αυτή η άρνηση, δεν
υφίσταται έξω από το κεφάλαιο, αφορά την καρδιά του κεφαλαίου, απλώς
διότι το κεφάλαιο εξαρτάται από τα ναι μας, από την αποδοχή μας, από τη
συμφωνία μας στην εργασία και στη δημιουργία της αξίας, από την
αναπαραγωγή της χυδαιότητας, που μας περιβάλλει. Το ΟΧΙ μας είναι ένα
όχι με δύναμη, απλώς γιατί η ύπαρξη του κεφαλαίου εξαρτάται από τα ναι
που θα πούμε. Το ΟΧΙ μας είναι η ενδημική κρίση του κεφαλαίου.

Εμείς είμαστε το ΟΧΙ, εμείς είμαστε η αρνητικότητα, εμείς είμαστε η
κρίση του κεφαλαίου. Αλλά είμαστε και κάτι περισσότερο απ’ αυτά. Είμαστε
η κρίση αυτού που παράγει το κεφάλαιο, η κρίση της αφηρημένης,
αλλοτριωμένης εργασίας. Η αφηρημένη εργασία παράγει το κεφάλαιο.
Πράγματι, το κεφάλαιο είναι η αφαίρεση της εργασίας, η διαδικασία με την
οποία ο τεράστιος πλούτος της ανθρώπινης δημιουργικότητας ελέγχεται,
περιέχεται, τιθασεύεται στην υπηρεσία της επέκτασης της αξίας. Η
αφαίρεση της εργασίας αναγάγει τους έντονους χρωματισμούς της
δημιουργικής πράξης στο γκρίζο χρώμα της παραγωγής της αξίας, στη
ματαιότητα της απόκτησης περισσότερου χρήματος. Στον καπιταλισμό, η
δημιουργική πράξη (αυτό που ο Μαρξ ονόμαζε συγκεκριμένη ή χρήσιμη
εργασία) υποτάσσεται στην αφηρημένη εργασία, υπάρχει με τη μορφή της
αφηρημένης εργασίας, αλλά αυτή η μορφή κρύβει μια διαρκή ένταση, ένα
διαρκή ανταγωνισμό μεταξύ περιεχομένου και μορφής, μεταξύ δημιουργικής
πράξης κι αφηρημένης εργασίας. Η δημιουργική πράξη υποτάσσεται, αλλά δεν
εξαλείφεται από την αφηρημένη εργασία: υπάρχει σε διαρκή ανταρσία
εναντίον της αφηρημένης εργασίας, υπάρχει σαν η λανθάνουσα κρίση της
αφηρημένης εργασίας.

Εδώ τότε βρίσκεται ο πυρήνας της πάλης των τάξεων: Είναι η πάλη των
τάξεων μεταξύ της δημιουργικής πράξης και της αφηρημένης εργασίας. Στο
παρελθόν συνηθιζόταν να σκεφτόμαστε την πάλη των τάξεων σαν την πάλη
μεταξύ κεφαλαίου κι εργασίας, κατανοώντας την εργασία σαν μισθωτή
εργασία, αφηρημένη εργασία, κι ορίζοντας συχνά την εργατική τάξη σαν την
τάξη των μισθωτών εργατών. Αλλά αυτό είναι εντελώς λάθος. Η μισθωτή
εργασία και το κεφάλαιο αλληλοσυμπληρώνονται, η μισθωτή εργασία είναι
μια στιγμή του κεφαλαίου. Πράγματι όμως, υπάρχει μια σύγκρουση μεταξύ
μισθωτής εργασίας και κεφαλαίου, αλλά αυτή είναι μια σχετικά επιφανειακή
σύγκρουση. Είναι μια σύγκρουση για το επίπεδο του μισθού, το μήκος της
εργάσιμης μέρας, τις εργασιακές συνθήκες: όλα αυτά είναι σημαντικά, αλλά
προϋποθέτουν την ύπαρξη του κεφαλαίου. Η πραγματική απειλή για το
κεφάλαιο δεν έρχεται από την αφηρημένη εργασία, αλλά από τη χρήσιμη
εργασία ή από τη δημιουργική πράξη, διότι είναι η δημιουργική πράξη αυτή
που στέκεται σε ριζική αντίθεση με το κεφάλαιο, δηλαδή, με την αφαίρεσή
του. Είναι η δημιουργική πράξη αυτή που λέει “όχι, δεν θα κάνουμε αυτό
που διατάζει το κεφάλαιο, θα κάνουμε αυτό που εμείς θεωρούμε αναγκαίο ή
επιθυμητό.”

Είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας, είμαστε η κρίση του εργατικού
κινήματος, του κινήματος που είναι κτισμένο πάνω στον αγώνα της
αφηρημένης εργασίας. Από τις πρώτες μέρες του καπιταλισμού, η αφηρημένη
εργασία είχε οργανώσει τον αγώνα της εναντίον του κεφαλαίου, τον αγώνα
της για καλύτερες συνθήκες μισθωτής εργασίας. Στον πυρήνα αυτού του
κινήματος βρίσκεται το κίνημα των εργατικών συνδικάτων με τον αγώνα τους
για ψηλότερους μισθούς και καλύτερες συνθήκες. Στην κλασική βιβλιογραφία
του ορθόδοξου Μαρξισμού, αυτός θεωρείται ότι είναι ο οικονομικός αγώνας,
ο οποίος πρέπει να συμπληρωθεί με τον πολιτικό αγώνα. Ο πολιτικός αγώνας
οργανώνεται μέσω των κομμάτων, που εστιάζουν την προσοχή τους στην
κατάκτηση της εξουσίας του κράτους – είτε με κοινοβουλευτικούς τρόπους ή
μ’ ένοπλο αγώνα. Το κλασικό επαναστατικό κόμμα στοχεύει φυσικά να
ξεπεράσει τη σκοπιά των εργατικών συνδικάτων και να οδηγήσει σε μια
επανάσταση, η οποία θα καταργήσει την αφηρημένη εργασία, τη μισθωτή
εργασία, αλλά στην πραγματικότητα παγιδεύεται (ή παγιδευόταν) μέσα στον
κόσμο της αφηρημένης εργασίας. Ο κόσμος της αφηρημένης εργασίας είναι
ένας κόσμος φετιχισμού, ένας κόσμος στον οποίον οι κοινωνικές σχέσεις
υπάρχουν σαν πράγματα. Είναι ένας κόσμος που κατοικείται από το χρήμα,
το κεφάλαιο, το κράτος, τα κόμματα, τους θεσμούς, ένας κόσμος γεμάτος με
λανθασμένες σταθερότητες, ένας κόσμος ταυτοτήτων. Είναι ένας κόσμος των
διαχωρισμών, στον οποίον το πολιτικό διαχωρίζεται από το οικονομικό, το
δημόσιο από το ιδιωτικό, το μέλλον από το παρόν, το υποκείμενο από το
αντικείμενο, ένας κόσμος στον οποίον το επαναστατικό υποκείμενο γίνεται
αυτοί (η εργατική τάξη, η αγροτιά), όχι εμείς. Ο φετιχισμός είναι ο
κόσμος του κινήματος, που κτίζεται πάνω στον αγώνα της μισθωτής
εργασίας, της αφηρημένης εργασίας κι απ’ αυτόν τον φετιχισμό δεν υπάρχει
διαφυγή: είναι ένας κόσμος, που είναι καταπιεστικός κι απογοητευτικός
και τρομερά, τρομερά βαρετός. Είναι επίσης ένας κόσμος, στον οποίον η
πάλη των τάξεων είναι συμμετρική. Η συμπληρωματικότητα μεταξύ αφηρημένης
εργασίας και κεφαλαίου αντανακλάται σε μια βασική συμμετρία μεταξύ του
αγώνα της αφηρημένης εργασίας και του αγώνα του κεφαλαίου. Και οι δυο
τους περιστρέφονται γύρω από το κράτος και τον αγώνα για την εξουσία
πάνω στους άλλους· και οι δυο τους είναι ιεραρχικοί· και οι δυο τους
αναζητούν τη νομιμότητα δρώντας εκ μέρους των άλλων.

Είμαστε η κρίση της αφηρημένης εργασίας και του εργατικού κινήματός της.
Κάτι που ήταν πάντα αληθινό, αλλά το καινούργιο στοιχείο τώρα είναι ότι
δεν είμαστε πλέον μόνον η λανθάνουσα κρίση του, αλλά γίναμε πλέον η
ανοιχτή, η έκδηλη κρίση του. Η αφηρημένη εργασία πάντα ήταν το κλειδί
της καπιταλιστικής επικυριαρχίας, δηλαδή, της μετατροπής της
δημιουργικής πράξης σ’ αφηρημένη εργασία και, μ’ αυτήν, του
μετασχηματισμού των ανθρώπων δημιουργών σ’ εργάτες. Μ’ άλλα λόγια, η
απασχόληση ήταν πάντοτε στην καρδιά του καπιταλιστικού ελέγχου. Οι
ονομαζόμενες οικονομίες πλήρους απασχόλησης της μεταπολεμικής περιόδου,
συνδυασμένες με τη μαζική και εντατικοποιημένη αφηρημένη εργασία στη
περίοδο του Φορντισμού πιθανόν να βρισκόντουσαν κάποτε στην κορυφή του
κανόνα της αφηρημένης εργασίας και των θεσμών της – μεταξύ των οποίων το
κλασικό εργατικό κίνημα έπαιζε έναν κεντρικό ρόλο. Όμως αυτός ο τρόπος
επικυριαρχίας έχει περιέλθει σ’ ανοιχτή κρίση τα τελευταία τριάντα
χρόνια κι εμείς είμαστε αυτή η κρίση, το ΟΧΙ μας, η άρνησή μας να
δεχτούμε τη μετατροπή της δημιουργικότητάς μας σ’ αφηρημένη εργασία
χωρίς νόημα, τη μετατροπή των εαυτών μας σε μηχανές.

Αλλά τι γίνεται με το νεοφιλελευθερισμό, με τον πόλεμο, με την
αυτοκρατορία και τη βιοεξουσία και με τις νέες μορφές κοινωνικού
ελέγχου; Δεν έχουν όλα αυτά ξεπεράσει την κρίση δημιουργώντας μια νέα
βάση για τον καπιταλισμό; Όχι, δεν νομίζω ότι αυτό συμβαίνει και πρέπει
να είμαστε πολύ προσεκτικοί στις θεωρητικοποιήσεις μας για να μην
κάνουμε την κρίση ένα νέο παράδειγμα, μια νέα περίοδο επικυριαρχίας, μια
νέα αυτοκρατορία, απλώς επειδή οι θετικότητες της παραδειγματικής σκέψης
φυλακίζουν την αρνητικότητά μας, κλείνουν τις προοπτικές μας. Είναι
καθήκον του κεφαλαίου να δημιουργήσει ένα νέο παράδειγμα, όχι δικό μας.
Το καθήκον μας, αφενός το θεωρητικό κι αφετέρου το πρακτικό, είναι να
δημιουργήσουμε την αστάθεια, όχι τη σταθερότητα. Ο Μαρξισμός είναι
θεωρία της κρίσης, όχι των μορφών επικυριαρχίας: όχι της δύναμης της
επικυριαρχίας, αλλά της ευθραυστότητάς της. Κι υπάρχουν πολλές, πολλές
ενδείξεις για τη θεμελιώδη ευθραυστότητα του κεφαλαίου αυτή τη στιγμή:
αφενός η αυξανόμενη βία κι αφετέρου η συνεχιζόμενη εξάρτησή του από μια
σταθερή επέκταση των χρεών. Σίγουρα, υπάρχει μια σταθερή επέκταση κι
εντατικοποίηση της αφηρημένης εργασίας: για παράδειγμα, εμείς στα
πανεπιστήμια έχουμε καλά συνειδητοποιήσει πώς η εργασία μας υποτάσσεται
όλο και πιο άμεσα στις απαιτήσεις της αγοράς. Αλλά ταυτόχρονα, υπάρχει
και μια ολοένα και περισσότερο διογκούμενη αποτυχία της αφηρημένης
εργασίας να συμπεριλάβει την ώθηση της δημιουργικής πράξης μέσα στα όρια
της παραγωγής της αξίας, μέσα στα όρια της αγοράς.

Αυτή είναι η κρίση της αφηρημένης εργασίας: η ανικανότητα της αφηρημένης
εργασίας να συμπεριλάβει τη δύναμη της δημιουργικής πράξης. Η απασχόληση
πάντα ήταν και συνεχίζει να είναι (σε πείσμα της επέκτασης της
πειθαρχίας στο σύνολο του ‘κοινωνικού εργοστασίου’) η κύρια δύναμη
πειθάρχησης του καπιταλισμού, το κύριο μέσο για να εγκλωβισθεί και να
ελαττωθεί ο ανθρωπισμός μας, η άρνηση-και-δημιουργία. Η απανταχού κρίση
της απασχόλησης αφενός εντατικοποιεί αυτήν την πειθαρχία (καθώς οι
άνθρωποι συναγωνίζονται για την εύρεση εργασίας) κι αφετέρου την
αποδυναμώνει, καθώς αποτυγχάνει να γεμίσει τις ζωές των ανθρώπων: η
επισφάλεια της απασχόλησης είναι επίσης η επισφάλεια της αφηρημένης
εργασίας. Όλο και περισσότερο, οι αγώνες κι οι διαμαρτυρίες εναντίον του
κεφαλαίου ξεπερνούν τα όρια του κινήματος, που βασίζεται στην αφηρημένη
εργασία. Δεν είναι ότι το παλιό εργατικό κίνημα παύει να υπάρχει ή ότι
παύει να είναι σημαντικό για τη βελτίωση των συνθηκών ζωής, αλλά ότι όλο
και περισσότερο οι αγώνες εναντίον του καπιταλισμού υπερχειλίζουν τις
δομές και τις έννοιες αυτού του κινήματος. Ανεξάρτητα από το αν η έννοια
της τάξης χρησιμοποιείται πλέον ή δεν χρησιμοποιείται ρητά, η κατάσταση
αυτή κάθε άλλο παρά φανερώνει την εγκατάλειψη της πάλης των τάξεων, αλλά
αποδεικνύει ότι υπάρχει μια εντατικοποίηση της πάλης των τάξεων, ένα
διαφορετικό επίπεδο πάλης. Είναι μια πάλη που σπάζει τη συμμετρία που
χαρακτήριζε τους αγώνες της αφηρημένης εργασίας, μια πάλη που είναι τώρα
θεμελιωδώς ασύμμετρη προς τον αγώνα του κεφαλαίου και χαίρεται μέσα σ’
αυτήν την ασυμμετρία της: κάνοντας τα πράγματα μ’ ένα διαφορετικό τρόπο,
δημιουργώντας διαφορετικές κοινωνικές σχέσεις, αυτές είναι οι
καθοδηγητικές αρχές της.

Σ’ αυτόν τον ανασχηματισμό της πάλης των τάξεων, εμείς είμαστε το
επαναστατικό υποκείμενο. Εμείς; Ποιοι είμαστε εμείς; Είμαστε ένα
ερωτηματικό, ένα πείραμα, μια κραυγή, μια πρόκληση. Δεν χρειαζόμαστε
κανέναν ορισμό, απορρίπτουμε όλους τους ορισμούς, διότι είμαστε η
αντι-ταυτοτική δύναμη της δημιουργικής πράξης κι αψηφούμε όλους τους
ορισμούς. Ονομάστε μας πλήθος, αν θέλετε, ή καλύτερα ονομάστε μας
εργατική τάξη, αλλά προσέξτε ότι οποιαδήποτε προσπάθεια να βάλετε έναν
ορισμό έχει νόημα μόνο εφόσον πρόκειται να σπάσουμε αυτόν τον ορισμό.
Είμαστε ετερογενείς, είμαστε παράφωνοι, είμαστε η επιβεβαίωση του εαυτού
μας, η άρνηση του αλλότριου προσδιορισμού των ζωών μας. Είμαστε,
επομένως, η κριτική της αναπαράστασης, η κριτική της καθετότητας κι
οποιασδήποτε μορφής οργάνωσης που απομακρύνει την ευθύνη των ζωών μας
μακριά από μας. Ακούστε τις φωνές των Ζαπατίστα, των piqueteros της
Αργεντινής, των ιθαγενών της Βολιβίας, των ανθρώπων των κοινωνικών
κέντρων της Ιταλίας: το υποκείμενο που πάντα χρησιμοποιούν για να
μιλήσουν για τους εαυτούς τους είναι το ‘εμείς’ κι αυτή είναι μια έννοια
που έχει μεγάλη δύναμη.

Είμαστε γένους θηλυκού, nosotras κι όχι nosotros, διότι η κρίση της
αφηρημένης εργασίας είναι η κρίση της ανδροκρατούμενης δραστηριότητας
και μορφής πάλης και διότι η νέα πάλη των τάξεων δεν έχει την ίδια
σύσταση φύλου με την παλιά.

Είμαστε το σπάσιμο του χρόνου, η καταστροφή των ρολογιών. Το κίνημα της
αφηρημένης εργασίας προβάλλει την επανάσταση στο μέλλον, αλλά η δική μας
επανάσταση μπορεί μόνο να γίνει εδώ και τώρα, διότι ζούμε εδώ και τώρα
και στο μέλλον θα έχουμε πεθάνει (ή θα είμαστε αθάνατοι). Είμαστε η
ένταση του κινήματος, η αναζήτηση (η αναζήτηση του Faust, η αναζήτηση
του Bloch) της στιγμής της απόλυτης ικανοποίησης. Είμαστε οι ποιητές της
εργατικής τάξης, η εργατική τάξη σαν ποίηση.

Η επανάστασή μας, άρα, δεν μπορεί να γίνει κατανοητή σαν δόμηση του
μεγάλου γεγονότος στο μέλλον, αλλά μόνο σαν η δημιουργία εδώ και τώρα
ραγισμάτων ή σχισμών ή ρωγμών στον ιστό της εξουσίας, χώρων ή χρόνων,
στους οποίους μπορούμε να πούμε “όχι, δεν θα αποδεχτούμε ότι το κεφάλαιο
πρέπει να διαμορφώσει τις ζωές μας, θα κάνουμε ό,τι θεωρούμε αναγκαίο ή
επιθυμητό.” Ρίξτε μια ματιά γύρω σας και θα δείτε ότι αυτοί οι χώροι ή
χρόνοι της άρνησης-και-δημιουργίας υπάρχουν παντού, από τη ζούγκλα Selva
Lacandona του Μεξικού ως τη μνημειώδη άρνηση-και-δημιουργία ενός
γεγονότος σαν αυτής της εκδήλωσης που συμμετέχουμε τώρα. Η επανάσταση, η
επανάσταση μας, μπορεί να γίνει κατανοητή μόνο σαν η επέκταση και ο
πολλαπλασιασμός αυτών των ρωγμών, αυτών των αστραπών-αναλαμπών της
άρνησης-και-δημιουργίας, αυτών των ηφαιστειακών εκρήξεων της πράξης
εναντίον της εργασίας.

Ρωτώντας προχωράμε. Preguntando caminamos.

Δεν υπάρχουν σχόλια: